- κιμπερλίτης
- Πυριγενές πέτρωμα που μπορεί να καταταγεί στην οικογένεια των περιδοτιτών, με ιστό όμως καθαρά πορφυριτικό. Τα συστατικά του, που μοιάζουν με αυτά των περιδοτιτών, είναι κυρίως ολιβίνης, βιοτίτης, πυρόξενοι και γρανάτες (πυρωπόν). Από πετρογραφική άποψη μπορεί να χαρακτηριστεί ως περιδοτίτης μαρμαρυγιώδης. Η τυπική μορφή του κ. βρίσκεται στη Νοτιοαφρικανική Δημοκρατία, ως κύριο συστατικό των λατυποπαγών που αφθονούν στους αδαμαντοφόρους αγωγούς των ηφαιστείων του Κίμπερλι και της Πρετόρια. Όταν ο κ. είναι αλλοιωμένος μόνο επιφανειακά, παρουσιάζει πιο βαθιά ένα γαλαζοπράσινο χρώμα και γι’ αυτό καλείται blue-ground (γαλάζια γη). Στις επιφανειακές, όμως, ζώνες βρίσκεται πολύ οξειδωμένος, παρουσιάζεται εύθρυπτος και κιτρινωπός και ονομάζεται yellow-ground (κίτρινη γη). Δεν έχει διαπιστωθεί αν, τελικά, τα διαμάντια που περιέχονται μέσα στον κ. προέρχονται από άμεσο μαγματικό διαχωρισμό ή, αντίθετα, ανήκουν σε ένα μεταμορφωμένο πέτρωμα (τον εκλογίτη), εγκλείσματα του οποίου απαντούν μέσα στον κ. Πετρώματα τύπου κ. –μερικές φορές μάλιστα αδαμαντοφόρα– βρίσκονται και σε αρκετές άλλες αφρικανικές περιοχές.
Δείγμα κιμπερλίτη.
* * *ο(πετρογρ.) πλουτώνιο εκρηξιγενές πέτρωμα με σκούρο χρώμα και μεγάλο βάρος που απαντά συνήθως εξαλλοιωμένο και κατακερματισμένο, αλλ. κυανό έδαφος.[ΕΤΥΜΟΛ. Μεταφορά στην ελλ. ξεν. όρου, πρβλ. αγγλ. kimberlite < κύριο όν. Kimberley, περιοχής τής Νότιας Αφρικής, + κατάλ. -ite].
Dictionary of Greek. 2013.